ΞΕΝΟΣ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ

Λίγους μήνες πριν γεννηθώ, ο πατέρας μου συνάντησε έναν ξένο, καινούργιο στη μικρή μας πόλη. Απ’ την αρχή ο πατέρας γοητεύτηκε με τον συναρπαστικό νεοφερμένο και γρήγορα τον κάλεσε να μείνει μαζί με την οικογένειά μας.
Ο ξένος γρήγορα έγινε αποδεκτός και ήταν εκείνος που με καλωσόρισε στο κόσμο λίγους μήνες αργότερα. Καθώς μεγάλωνα, ποτέ δεν διερωτήθηκα για τη θέση του στην οικογένεια. Στο νεαρό μου μυαλό κάθε μέλος είχε τη θέση που του αρμόζει.
Ο αδελφός μου ο Βασίλης, πέντε χρόνια μεγαλύτερος, ήταν το παράδειγμά μου. Η Φρόσω, η μικρή μου αδελφή, μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω το «μεγάλο αδελφό» και να εξελιχτώ σε πειραχτήρι. Οι γονείς μου συμπλήρωναν τις νουθεσίες, η μητέρα με δίδαξε να αγαπώ το Λόγο του Θεού και ο πατέρας να τον υπακούω.
Ωστόσο, ο ξένος ήταν ο παραμυθάς μας. Μπορούσε να πλέξει τις πιο συναρπαστικές ιστορίες. Περιπέτειες, μυστήρια και κωμωδίες ήσαν οι καθημερινή μας επικοινωνία. Μπορούσε να συναρπάζει όλη την οικογένεια, για ώρες κάθε βράδυ. Εάν ήθελα να μάθω για τα πολιτικά, την ιστορία ή την επιστήμη, τα γνώριζε όλα. Θυμόταν το παρελθόν, κατανοούσε το παρόν και φαινομενικά μπορούσε να προβλέψει το μέλλον. Οι εικόνες που έφτιαχνε ήσαν τόσο ζωντανές που μ’ έκαναν άλλοτε να γελώ κι άλλοτε να κλαίω.
Έδειχνε φίλος μ’ όλη την οικογένεια. Μας έπαιρνε, τον πατέρα, τον Βασίλη κι εμένα και μας πήγαινε στους αγώνες της σούπερ λίγκας. Πάντοτε μας παρέσερνε να δούμε ταινίες και ακόμη έκλεινε ραντεβού με μερικούς ηθοποιούς.
Ο ξένος μιλούσε αδιάκοπα. Τον πατέρα δεν φαινόταν να τον ενοχλεί, όμως παρατήρησα μερικές φορές τη μητέρα να σηκώνεται ήσυχα, ενώ οι υπόλοιποι είχαμε αφοσιωθεί σε μια από τις ιστορίες του για μακρινούς τόπους, να μπαίνει στο δωμάτιό της, να ανοίγει τη Γραφή της και να προσεύχεται. Τώρα σκέφτομαι εάν ποτέ προσευχήθηκε να φύγει ο ξένος.
Όπως καταλαβαίνετε, ο πατέρας μου κυβερνούσε το σπίτι μας με τις βασικές ηθικές πεποιθήσεις του. Όμως αυτός ο ξένος, δεν έδειξε ποτέ να τις συμμερίζεται. Για παράδειγμα, αισχρολογία δεν επιτρεπόταν στο σπίτι μας, ούτε από εμάς τα παιδιά, ούτε από τους φίλους μας ή ακόμη και τους μεγαλύτερους. Ωστόσο ο διαρκής επισκέπτης μας, χρησιμοποιούσε που και που λεξιλόγιο που κοκκίνιζε τ’ αυτιά μου και έκανε τον πατέρα να νιώθει αμήχανα. Κατά τη γνώμη μου ο ξένος δεν μπορούσε ν α αντιμετωπιστεί.
Συνεχώς μας πρόσφερε αλκοόλ και έκανε τα τσιγάρα να δείχνουν ελκυστικά, τα πούρα για αληθινούς άνδρες και τις πίπες για ξεχωριστούς. Μιλούσε ανοικτά, πολύ ανοικτά θα έλεγα, για το σεξ. Μερικά σχόλιά του ήταν χυδαία, μερικά ανάρμοστα, γενικά μας έφερναν σε δύσκολη θέση. Καταλαβαίνω τώρα, ότι οι ιδέες μου σαν νέος, για τις σχέσεις άνδρα και γυναίκας, ήσαν επηρεασμένες από τον ξένο. Καθώς σκέφτομαι το παρελθόν, πιστεύω ότι μόνο με τη χάρη του Θεού, ο ξένος δεν κατάφερε να με επηρεάσει περισσότερο. Με την πάροδο του χρόνου ανέτρεπε τις αξίες των γονιών μου. Ακόμη, σπάνια δεχόταν παρατήρηση και ποτέ δεν ζήτησε να φύγει.
Έχουν περάσει περισσότερα από τριάντα χρόνια που ο ξένος εισέβαλε στο σπίτι μας. Ο πατέρας μου δεν δείχνει πλέον το ίδιο ενδιαφέρον όπως τον πρώτο καιρό. Όμως εάν μπεις και σήμερα στο δωματιάκι των γονιών μου, θα τον δεις να στέκεται ακόμη στη γωνιά του και να περιμένει κάποιον να τον ακούσει και να δει τις εικόνες του. Πως τον λένε; Εμείς πάντως τον φωνάζουμε Τιβί.
(Αγνώστου, από τα Αγγλικά)
|